Ένας αδελφός ρώτησε αν και πότε εξαλείφει ο Θεός το όνομά μας από το βιβλίο της ζωής. Προφανώς το ερώτημα ανάγεται στην πολυσυζητημένη προβληματική τού αν χάνεται η σωτηρία ή όχι. Συνήθως, βέβαια, αυτό το αγωνιώδες δίλημμα απασχολεί εκείνους που οι ίδιοι δεν έχουν ακόμα σωθεί, αλλά υπάρχουν, ίσως, και εξαιρέσεις στον κανόνα.
Λοιπόν, η απάντηση, βιβλικά, είναι ότι "ναι, χάνεται! Δυσκολότατα, αλλά χάνεται...". Και χάνεται, κατά κανόνα, με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο, ο οποίος δηλώνεται, εμμέσως πλην σαφώς, στην περικοπή Α' Κορινθίους 15:1-8 (που αποτελεί το θεμέλιο όλης της Αγίας Γραφής) και επιβεβαιώνεται, εμμέσως πλην σαφώς, στην προς Γαλάτες επιστολή.
Ο Παύλος, βέβαια, δεν διαθέτει την παραμικρή ομοιότητα με τους πολυπληθείς θρησκευόμενους "αμβωνομανείς", που χρησιμοποιούν συστηματικά και πονηρά τον φόβο της "απώλειας της σωτηρίας" για να χειραγωγούν τα αστήρικτα εκκλησιάσματά τους, όντας "άσωστοι", συχνότατα, οι ίδιοι. Όμως, ας τον ακούσουμε προσεκτικά, όταν γράφει "... μέσω του οποίου (Ευαγγελίου) και σώζεστε (ενεστώτας!), αν το κρατάτε στέρεα, όπως σας το κήρυξα, όταν σας ευαγγέλισα, εκτός αν μάταια πιστέψατε" (Α' Κορ. 15:2). Αποφεύγει ευγενικά να αναπτύξει τι θα συμβεί στους αδελφούς αν δεν "κρατάνε στέρεα το Ευαγγέλιο (Α' Κορ. 15:3-8), όπως τους το εκήρυξε", αλλά αυτό είναι προφανές: παύουν να σώζονται.
Στην προς Γαλάτες (μια από τις πιο σημαντικές επιστολές του), επίσης, ξεκαθαρίζει: "καταργηθήκατε από (τον) Χριστό, οποιοιδήποτε με (τον) Νόμο δικαιώνεστε, από (την) χάρη ξεπέσατε" (5:4). Όποιοι είναι "ανόητοι", κινδυνεύουν να "πίστεψαν μάταια". Φυσικά, η αγάπη του Χριστού που τον συνέχει με τους "ανόητους" αδελφούς, αυτή η αγάπη που "πάντα ελπίζει, πάντα πιστεύει", τον οδηγεί να τους γράψει ότι "εγώ έχω εμπιστοσύνη σε σας εν Κυρίω, ότι τίποτα άλλο δεν θα φρονήσετε (πέρα από την "στέρεη κατοχή του Ευαγγελίου)" και, παρά τις αυστηρότατες επιπλήξεις, αποφεύγει, όπως συνηθίζει, τις απειλές.
Άρα, η μη "στέρεη κατοχή του Ευαγγελίου" (και δεν θα βαρεθώ ποτέ να διακηρύττω ότι το Ευαγγέλιο δεν είναι η Αγία Γραφή!), που εκφράζεται είτε με αθέτηση έστω και ενός συστατικού στοιχείου του (Α' Κορ. 15:3-8), είτε - συνηθέστερα - με την επισύναψη σ' αυτό οποιουδήποτε πρόσθετου στοιχείου (απολύτως "οποιουδήποτε", διότι τότε προκύπτει είτε "νόμος Μωυσέως", είτε οποιοσδήποτε ανθρωποσύστατος θρησκευτικός νόμος) οδηγεί, νομοτελειακά, στο να παύει να ισχύει το καθεστώς τού "σώζεστε".
Υπάρχει, ακόμα, και η περίπτωση (βιβλικά αποσπασματική, άσχετα αν ...οι άσχετοι βιβλικά και, δικαιολογημένα, φοβικοί λόγω "πνεύματος δουλείας" θρησκευόμενοι προσηλώνονται σ' αυτήν) της "υπερήφανης" αμετανόητης εμμονής πιστού σε "αμαρτία προς θάνατον" στο - δυστυχώς πολύ πιθανό - ενδεχόμενο μια "υπερήφανη" ("πεφυσιωμένη", δηλαδή "φουσκωμένη" από καταστροφική ανευθυνότητα και υπερηφάνεια) εκκλησία να αποφύγει να ασκήσει το "δεσμείν και λύειν", που της έχει ανατεθεί από τον Κύριο (Α' Κορινθίους, 5ο κεφ.).
Τέλος, αν κανείς απορεί με τα πλήθη των, εκκλησιαστικώς νομιζομένων, "αναγεννημένων" που δεν είναι, ωστόσο, διόλου "σωζόμενοι" (και "άλλων οι αμαρτίες πάνε μπροστά τους, άλλων δε ακολουθούν"...), ας κατανοήσει επιτέλους ότι το Ευαγγέλιο της σωτηρίας είναι, στην πραγματικότητα, συσκοτισμένο μέσα στα εκκλησιαστικά συστήματα. Έτσι, οι, εκκλησιαστικώς νομιζόμενοι, "αναγεννημένοι", κατά κανόνα δεν είναι παρά "ταλαίπωροι άνθρωποι" του 7ου κεφ. της προς Ρωμαίους, που, συνήθως, γυρεύουν την πραγματική λύτρωση.
Ευθύμιος Σταυρόπουλος
Διαβάστε ακόμη:
"Πίστευσον εις τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, και θέλεις σωθή συ και ο οίκος σου"
Πολύ πιο εύστοχος τίτλος θα ήταν το "πώς χάνεται, αν τελικά χάνεται, η σωτηρία", για να μη "ξεσαλώνουν" οι φανατικοί θρησκευόμενοι με το "πνεύμα δειλίας" και την "πεποίθηση στη σάρκα", που ούτε κατάλαβαν τί ακριβώς γράφω στο άρθρο...
ΑπάντησηΔιαγραφή