Μια άλλη πλευρά της εκκλησίας για την οποία πολλοί πιστοί (καθώς και μη Χριστιανοί) αγωνίζονταν μέσα στις συνελεύσεις τους (εκκλησία), ήταν αυτή της «ελευθερίας του λόγου». Δεδομένου ότι η άσκηση της ελευθερίας του λόγου ήταν τόσο σημαντική, η εκκλησία συχνά ταυτιζόταν με έναν άλλο σημαντικό ελληνικό όρο, την παρρησία.
Παρρησία είναι μια λέξη που κυριολεκτικά σημαίνει «ελευθερία του λόγου, ελεύθερη έκφραση γνώμης, το να εκφράζει κανείς την άποψή του με θάρρος και ειλικρίνεια» (παν+ρητός). Μεταφράζεται ως "ομιλία με θάρρος ή τόλμη" στα Α' Θεσ. 2:2 και Πράξεις 9:28, 13:46, 26:26.
Ένας συγγραφέας, μιλώντας για την έννοια της παρρησίας στην Καινή Διαθήκη, λέει ότι ήταν: «Το δικαίωμα κάθε πολίτη να σηκωθεί στη δημόσια συνέλευση και να εκφράσει ελεύθερα τη γνώμη του».
Η παρρησία ήταν ζωτικής σημασίας σε κάθε καλή σχέση, και πράγματι, η παρρησία ως «ελευθερία του λόγου προς τον Θεό» αναφέρεται αρκετές φορές στην Καινή Διαθήκη, αν και η λέξη συνήθως μεταφράζεται ως «θάρρος να πλησιάσουμε τον Θεό» (Α' Ιωάννη 3:21).
Ένας άλλος παλιός συγγραφέας είπε:
«Είναι καλύτερο να υπάρχει παρρησία, ακόμα κι αν μια ψυχή δεν καταλαβαίνει τι λέει κάποιος, παρά να συμβιβάζεσαι με τις δημοφιλείς απόψεις για να κερδίσεις τον πλούσιο έπαινο που έρχεται από την εύνοια του πλήθους».
Αυτή ήταν η ουσία και ο χαρακτήρας της εκκλησίας στην Καινή Διαθήκη. Η παρρησία καθιερώθηκε για να εκπροσωπεί την ελευθερία του λόγου για όλους τους πιστούς σε κάθε χριστιανική κοινότητα (εκκλησία).
«Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απώλεια από το να χάσεις την ελευθερία του λόγου», όπως έχει ειπωθεί.
Πρέπει να τονιστεί ξανά ότι ο Ιησούς χρησιμοποίησε τον όρο εκκλησία όταν περιέγραφε αυτό που σκόπευε να οικοδομήσει, παρά τον όρο «συναγωγή» με τον οποίο ήταν όλοι εξοικειωμένοι και θα περίμενε κανείς να χρησιμοποιήσει. Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι οι ακόλουθοι του Ιησού δεν περιέγραψαν τις συναθροίσεις τους και την κοινότητά τους ως «συναγωγή», αφού η λέξη θα ήταν φυσική για μια ομάδα που προερχόταν από εβραϊκές ρίζες.
Ο ζήλος του Ιησού να διδάξει την ισότητα που ήθελε να υπάρχει στην κοινότητά Του, φαίνεται στην επιλογή του ελληνικού όρου εκκλησία. Σήμερα ωστόσο, δεν υπάρχει μεγαλύτερη ανισότητα στις σύγχρονες θεσμικές εκκλησίες από την καταστολή του λόγου!
Η εξουσία και το προνόμιο να μιλάει κάποιος μέσα στις «θεσμικές εκκλησίες» παρέχονται αποκλειστικά από την «εκκλησιαστική ηγεσία», και μόνο σε αυτούς που θα παραμείνουν στα όρια της ιδιαίτερης "ορθοδοξίας" της. Αυτή η τρέχουσα πρακτική είναι εντελώς ξένη προς την ουσία και το πνεύμα της παρρησίας και ενάντια στη θέληση του Σωτήρα για την εκκλησία Του.
Η ανοιχτή συζήτηση βρισκόταν σε μεγάλη εκτίμηση στη συνέλευση της Καινής Διαθήκης, όπως στην αρχαία Ελλάδα. Στην πραγματικότητα, η συζήτηση (όπως στην ελληνική εκκλησία), χρησιμοποιείτο ως η χριστιανική μέθοδος μάθησης.
Η λέξη "διαλέγομαι - διάλογος", η κοινή ελληνική λέξη για τη «συζήτηση», είναι η λέξη που χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια των χριστιανικών συναθροίσεων. Σημαίνει να κάνεις μια συζήτηση ή να μιλάς ανοιχτά. Χρησιμοποιούμενη από τους φιλοσόφους, κατέληξε να σημαίνει συνομιλία με αντικείμενο τη διδασκαλία: κάποιος συζητεί και μαθαίνει κάνοντας αυτό.
Δυστυχώς, όπως αναφέραμε για άλλες λέξεις, το πραγματικό νόημα του διαλέγομαι κρύβεται από μερικές μεταφράσεις. Για παράδειγμα, ένα αγαπημένο κείμενο πολλών συγχρόνων «κηρύκων» βρίσκεται στις Πράξεις 20:7.
«Και κατά την πρώτη ημέρα τής εβδομάδας, ενώ οι μαθητές ήσαν συγκεντρωμένοι για την κοπή τού άρτου, ο Παύλος συνδιαλεγόταν μαζί τους (πρωτ.: διελέγετο αυτοίς), καθώς επρόκειτο την επόμενη ημέρα να αναχωρήσει· και παρέτεινε τον λόγο μέχρι τα μεσάνυχτα» (μετ. Σπ. Φίλου).
Όμως, στη μετάφραση Β. Βέλλα (Βιβλική Εταιρία, 1981), διαβάζουμε: "ο Παύλος τους μιλούσε". Και από τη μετάφραση στη δημοτική (Βιβλική Εταιρία, 1997), διαβάζουμε: "Ο Παύλος μιλούσε στους συγκεντρωμένους...". Όπως μπορείτε να δείτε, μεταφράζοντας το διαλέγομαι ως «τους μιλούσε» αντί «συνδιαλεγόταν μαζί τους», θα ήταν εύκολο να συμπεράνουμε ότι επρόκειτο για «ομιλία» ή «κήρυγμα» παρά για διάλογο.
(Σημ. μετ.: Χρησιμοποιούνται "ελληνικά" παραδείγματα. Ο αρθρογράφος χρησιμοποιεί ανάλογο παράδειγμα από την αγγλική μετάφραση King James.)
Αν και η σύγχρονη πρακτική σε όλες τις θεσμικές εκκλησίες οποιασδήποτε απόχρωσης είναι αυτή της «εκφώνησης ομιλιών» και του «κηρύγματος από τον άμβωνα», δεν απαντάται ποτέ στην εκκλησία της Καινής Διαθήκης. Αντίθετα, έχουμε «συζήτηση» ή «διάλογο», την αληθινή σημασία της ελληνικής λέξης.
Και πάλι όμως οι μεταφραστές έδωσαν λάθος απόδοση. Χρησιμοποίησαν τη λέξη «ομιλία» ή «κήρυγμα» αντί για «διαλέγομαι», «διάλογο», επιβεβαιώνοντας για άλλη μια φορά την επιρροή τους από τις μεσαιωνικές πρακτικές και παραδόσεις ανθρώπων με πάθος για εξουσία.
Έτσι τώρα έχουμε στο εκκλησιαστικό σύστημα την έννοια που ονομάζεται «επικέντρωση στο κήρυγμα», βασισμένη σε μια περίσταση όπου ο Απόστολος Παύλος μιλούσε για ώρες! Αλλά πολλοί αποτυγχάνουν να παρατηρήσουν, και άλλοι μάλιστα αρνούνται να αναγνωρίσουν, ότι το εδάφιο 7 δηλώνει συγκεκριμένα ότι ο κύριος σκοπός της συνάντησής τους ήταν «η κλάση του άρτου» (κοινωνία, συναναστροφή), και όχι να ακούσουν ένα κήρυγμα!
Θυμηθείτε, υπήρχαν ειδικές περιστάσεις σχετικά με αυτή τη συγκεκριμένη συνάντηση, γιατί ήταν η τελευταία φορά που θα τους έβλεπε ο Παύλος. Εάν ο απόστολος ερχόταν στη σύναξή σας, δεν θα θέλατε να παρατείνετε τον χρόνο σας μαζί του για να ακούσετε τι είχε να πει; Παρόλο που η συγκεκριμένη λέξη που χρησιμοποιείται εδώ είναι διαλέγομαι, υπονοώντας έναν διάλογο με τους ακροατές, κάποιοι εξακολουθούν να επιμένουν στη διαστρέβλωση των Γραφών, για να πετύχουν τους δικούς τους σκοπούς. Αυτά που είπε ο Παύλος σίγουρα ήταν η ουσία της συγκέντρωσης, αλλά δεν μονολογούσε ασταμάτητα για ώρες. Σίγουρα θα υπήρχε συζήτηση και συμμετοχή του κοινού. Ο Παύλος ενδιαφερόταν επίσης για το τι υπήρχε στις καρδιές των αδελφών του.
Σε μια θεσμική εκκλησία του σήμερα, κανείς από το ακροατήριο δεν ρωτά ή αμφισβητεί τον δημόσιο ομιλητή στη διάρκεια του κηρύγματος, αλλά περιμένει μετά την «εκκλησία», όταν κανείς δεν θα είναι κοντά για να ακούσει την ερώτηση, εκτός από τον ομιλητή. Πολλές φορές οι πιστοί φεύγουν από την «εκκλησία» με μια μονόπλευρη άποψη για το περιεχόμενο της ομιλίας, «αποδεικνύοντας» και πάλι ότι αυτό που είπε ο ομιλητής είναι από τον Θεό.
Το να αμφισβητήσεις σήμερα έναν ποιμένα ή πρεσβύτερο για κάτι που δίδαξε δημόσια, θεωρείται σχεδόν θανάσιμο αμάρτημα. Η θεσμική εκκλησία έχει διδαχθεί από τον άνθρωπο ότι η ομαδική υπακοή στις «εκκλησιαστικές αρχές» σε όλα τα πράγματα, είναι από τον Θεό. Τι δύναμη καταβροχθίζει τους απλούς ανθρώπους, όταν η ομάδα πιστεύει κάτι τέτοιο! Τους διδάσκουν ότι το να τους αμφισβητείς, σημαίνει να αμφισβητείς τον Παντοδύναμο Θεό. Ακούγεται υπερβολικό; Δοκιμάστε να αμφισβητήσετε μια παράδοση που τηρείται και διδάσκεται από αυτούς. Ίσως μπορείτε να τους δοκιμάσετε σχετικά με το θέμα αυτού του άρθρου...
Οι άνθρωποι που διστάζουν να υποβάλουν τις σκέψεις και τα συμπεράσματά τους σε δίκαιη δημόσια εξέταση, πρέπει να έχουν κάποια καλή δικαιολογία για να μην το κάνουν. Οι ιεροκήρυκες που κηρύττουν μόνο στη ...χορωδία, δεν θα μάθουν ποτέ αν αυτό που κηρύττουν έχει αρκετή ουσία για να αντέξει στη δοκιμασία της δημόσιας εξέτασης. Οι άνθρωποι που αρνούνται την ελευθερία του λόγου σε οποιονδήποτε άλλο, πρέπει να έχουν βαθιές ρίζες αμφιβολίας σχετικά με την αλήθεια των πεποιθήσεών τους ή τη δική τους ικανότητα να τις παρουσιάζουν και να τις υπερασπίζονται δημόσια.
Ναι, αδέρφια! Η ελευθερία του λόγου είναι το θεμέλιο της θρησκευτικής μας ελευθερίας!
Ken Cascio
Διαβάστε ακόμη:
Εκκλησία: Ο σφετερισμός της εξουσίας του Χριστού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια με προσβλητικό ή υβριστικό περιεχόμενο δεν θα δημοσιεύονται.